(κείμενο συζήτησης της Συνέλευσης των Παιδιών της Πλύστρας και
επεξήγησης του απαντητικού σχολίου προς την Εφημερίδα Πολίτης)
Για την Αξιοπρέπεια της Εργατικής Τάξης και την Ερμηνεία των Αποσπασμάτων
Αγαπητέ/ή Θέμις,
Στην τελευταία Συνέλευση των Παιδιών της Πλύστρας διαβάσαμε το σχόλιο σας, όπως αυτό δημοσιεύτηκε στις 30 Σεπτεμβρίου. Για λόγους προσωπικής σας ενημέρωσης και επεξήγησης των θέσεων μας, σας επισυνάπτουμε τα βασικά σημεία της συζήτησης μας.
Η επίσημη απάντηση μας προς το σχόλιο σας αποστέλλεται ξεχωριστά, υπό τη μορφή ενός σύντομου κειμένου προς δημοσίευση:
Όταν μια φράση αφαιρεθεί από το συγκεκριμένο κείμενο η το συνολικό έργο στο οποίο περιλαμβάνεται και ανήκει, τότε αποκτά νέο περιεχόμενο και νέο νόημα στο νέο ερμηνευτικό πλαίσιο, στο οποίο μεταφέρεται και τοποθετείται. Όταν π.χ. η Coca-Cola έβαλε την εικόνα του Lenin δίπλα από ένα μπουκάλι του αναψυκτικού της, με το σύνθημα «It’s the real thing – Lenin», προφανώς δεν απέδιδε την άποψη του επαναστάτη Λένιν για τον καταναλωτισμό, αλλά η διαφήμιση σαν πολιτισμικό σύμβολο εξέφραζε το φαινόμενο της εμπορευματοποίησης στον ύστερο καπιταλισμό, μέσω της μετατροπής των πάντων σε free floating signifiers.
Ανάλογα, λειτουργεί και η φράση «να φοβάσαι τον γιο της πλύστρας», η οποία αναγραφόταν σε πλακάτ / πανό που υψώθηκε / αναρτήθηκε έξω από το προεδρικό μέγαρο τον Ιούλη, κατά τις πρώτες διαμαρτυρίες των αντιπάλων του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας. Σαν φράση, εκφράζει μία ρητορική, η οποία αναπτύσσεται στα έργα των υποστηρικτών της ιεραρχικής κοινωνικής δομής και προέρχεται από την αστική – συντηρητική και φιλελεύθερη – ιδεολογία. Στη βάση αυτής της ρητορικής, βρίσκεται η αντίληψη ότι τα συνειδητοποιημένα λαϊκά στρώματα είναι «επικίνδυνα» και ότι «η κοινωνία χρειάζεται ηγέτες» από συγκεκριμένες – «ανώτερες και ευγενείς» – τάξεις, ηγέτες οι οποίοι πρέπει να είναι φορείς πεποιθήσεων και εκφραστές αντιλήψεων που να ταυτίζονται με τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Ευρύτερα, ένα τέτοιο σύνθημα-ατάκα μπορεί να το ακούσουμε στην εποχή μας από οποιονδήποτε υποστηρικτή συντηρητικών, εθνικιστικών, ρατσιστικών ή/και (νέο)φιλελεύθερων αντιλήψεων και απόψεων: «να φοβάσαι τον αριστερό» θα έλεγε ο πρώτος · «να φοβάσαι τον νεοκύπριο» θα έλεγε ο δεύτερος · «να φοβάσαι τον διαφορετικό» θα έλεγε ο τρίτος · «να φοβάσαι τον εργάτη (γιο της πλύστρας)» θα έλεγε ο τελευταίος. Αναγκαστικά, λοιπόν, η ερμηνεία και το νόημα θα πρέπει να εξαχθούν από το πλαίσιο στο οποίο τοποθετήθηκε το σύνθημα-ατάκα.
Στο συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο, πριν τις 19 Ιουλίου, προωθείτο μία εκστρατεία μίσους, η οποία δεν έφερε μόνο τις ευλογίες της εκκλησίας (βλ. ευρύτερη στάση του αρχιεπισκόπου πριν από την έκρηξη στο Μαρί), τις αντιλήψεις του στρατού (βλ. απαγγελία στρατιωτικών ύμνων, αναφώνηση μιλιταριστικών συνθημάτων και λογοκρισία των ευθυνών του στρατού), τις οργανώσεις της ακροδεξιάς (βλ. συμμετοχή νεοφασιστικών κινήσεων και νεορατσιστικών οργανώσεων) και τη συμπαράσταση του κεφαλαίου (βλ. υποστήριξη μεγάλων επιχειρηματικών κύκλων και προώθηση των συμφερόντων των μεγαλομετόχων των τραπεζών και των μεγαλοεπενδυτών του χρηματιστηρίου), αλλά απολάμβανε επίσης και την ενεργή βοήθεια των ΜΜΕ.
Στο συγκεκριμένο πολιτικό πλαίσιο, επιδιώχθηκε ακόμη και η απαγόρευση μίας εκδήλωσης, η οποία μπορεί να είχε θεσμικό χαρακτήρα, αλλά ταυτόχρονα είχε και λαϊκή βάση. Στη συγκεκριμένη εκδήλωση δεν πήγαιναν μόνο κομματικά στελέχη του ΑΚΕΛ για να στηρίξουν τον τέως γενικό γραμματέα του κόμματος τους. Στη συγκεκριμένη εκδήλωση πήγαιναν επίσης απλά μέλη της εργατικής παράταξης, οι οποίοι είναι φορείς μίας ταξικής συνείδησης μέσα από την ιδεολογικό-πολιτική τους θέση, συνειδητοποιημένοι ψηφοφόροι της κυπριακής αριστεράς για να στηρίξουν τον πρόεδρο που εξέλεξαν και γενικότερα ενεργοί πολίτες που ένιωσαν να τους θυμίζει κάτι έντονα αρνητικό από τα παλιά η υστερία που καλλιεργούσαν μερικοί μετά την έκρηξη στο Μαρί. Σε αυτό λοιπόν το πλαίσιο, η κατεύθυνση – άρα προφανώς και η πρόσληψη – του συγκεκριμένου συνθήματος είναι εξόφθαλμα ταξική.
Τέλος, η εισήγηση ότι θα μπορούσε να ερμηνευτεί από την οπτική της «μνησικακίας» και της «εμμονής», εισάγει ένα ενδιαφέρον προβληματισμό νιτσεϊκού χαρακτήρα στην ανάγνωση του αποσπάσματος. Με βάση αυτήν την ερμηνευτική οπτική, η μνησικακία είναι προϊόν της «ηθικής του δούλου»: του ατόμου το οποίο δεν τολμά να αμφισβητήσει την ιεραρχική δομή και την ταξική υποταγή, να αποκτήσει δηλαδή ταξική-ιστορική συνείδηση, συνεπώς καταλήγει να μισά και να εκφράζει αυτά τα οποία δεν τόλμησε να διεκδικήσει και να αποκτήσει.
Σε αυτό το ερμηνευτικό πλαίσιο, όποιος προέβαλλε το σύνθημα-ατάκα μπορεί να είναι εκφραστής αυτής ακριβώς της μνησικακίας: η ταξική συνείδηση σαν πολιτική πρακτική ήταν υπό επίθεση εκείνες τις μέρες και το σύνθημα-ατάκα παρέπεμπε στην αντίληψη-άποψη ότι οι εκπρόσωποι της εργατικής τάξης («οι γιοι της πλύστρας») είναι «επικίνδυνοι» και «δεν πρέπει να βρίσκονται στο προεδρικό», γι’ αυτό «πρέπει να παραιτηθούν» και «να πάνε σπίτια τους».
Έτσι, λοιπόν, αφού το απόσπασμα αποκτά το νόημα ενός συγκεκριμένου ερμηνευτικού πλαισίου, ίσως και τα απωθημένα να αποκαλύπτονται ταυτόχρονα από την ιστορική – κοινωνική, οικονομική και πολιτική – συγκυρία.
Συνέλευση των Παιδιών της Πλύστρας
Υ.Γ.
Θα εκτιμούσαμε, αν μπορούσατε να μας αποστείλετε σαν απάντηση την ακριβή αναφορά στο έργο του Λένιν. Υπάρχει μία ενδιαφέρουσα συζήτηση στο εσωτερικό της Συνέλευσης των Παιδιών της Πλύστρας για τη σχέση Λένιν και Νίτσε, οπότε η πηγή θα συνέβαλε στην επίλυση ενός κατά πολύ σοβαρότερου ζητήματος, σε σχέση με τα απωθημένα και τις εμμονές του οποιουδήποτε υποκινούσε, ανέμιζε ή / και μετέδιδε τότε το σύνθημα-ατάκα του ταξικού μίσους, το οποίο στρέφεται ενάντια στην τάξη των δημιουργών του πλούτου, δηλαδή των εργαζομένων, και της διεκδίκησης πολιτικής πράξης εκ μέρους τους.